ὕπανδρος

ὕπανδρος
5220 ὕπανδρος
{прил., 1}
замужняя (Рим. 7:2).*

Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. . 2006.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "ὕπανδρος" в других словарях:

  • ὕπανδρος — under a man masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ύπανδρος — η, ο / ὕπανδρος, ον, ΝΑ συζευγμένος, έγγαμος, παντρεμένος αρχ. 1. (για γυναίκα) άσωτη, αχρεία («γύναια ὕπανδρα», Πλούτ.) 2. θηλυπρεπής, γυναικώδης («ἀγωγὴ οἰκουρὸς καὶ ὕπανδρος», Διόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + ανδρος (< ἀνήρ, ἀνδρός), πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • ὕπανδρον — ὕπανδρος under a man masc/fem acc sg ὕπανδρος under a man neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπάνδροις — ὕπανδρος under a man masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπάνδρου — ὕπανδρος under a man masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπάνδρους — ὕπανδρος under a man masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπάνδρων — ὕπανδρος under a man masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπάνδρῳ — ὕπανδρος under a man masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὕπανδροι — ὕπανδρος under a man masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άδμητος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς των Φερών στη Θεσσαλία, γιος του Φέρητα και εγγονός του Κρηθέα και της Τυρώς. Μητέρα του Α. ήταν η Κλυμένη, κόρη του Μινύα. Ο Πελίας, βασιλιάς της Ιωλκού και θείος του Α., είχε υποσχεθεί πως θα έδινε την ωραία κόρη… …   Dictionary of Greek

  • άνδρας — και άντρας, ο (Α ἀνήρ) 1. αρσενικός άνθρωπος (σ’ αντίθεση με τη γυναίκα) 2. ομόκλινος, σύζυγος 3. ανδρείος, γενναίος, παληκάρι 4. αυτός που μπήκε στην αντρική ηλικία, ενήλικος, ώριμος 5. στρατιώτης, οπλίτης 6. φρ. «κατ’ ἄνδρα», ένας ένας με τη… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»